Αιολικά στις βουνοκορφές του Αιγαίου;

Λέμε ΟΧΙ, Ενημερώσου, Πάρε θέση

[Kάνε κλικ στη φωτογραφία για να διαβάσεις το κείμενο]
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΑΙΟΛΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

25 Ιαν 2010

Η ελληνική «Βαβυλωνία» ζει και βασιλεύει- Διάλεκτοι και γλωσσικά ιδιώματα που ταξίδεψαν στους αιώνες από στόμα σε στόμα μιλιούνται σε αρκετές περιοχές

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Μαρία Λίλα http://www.tanea.gr/

«Μένε σπαλτς απόθεν εξέβες και στα ελληνικά, για να καταλάβεις, σημαίνει να μην ξεχάσεις από πού είσαι», λέει στα «ΝΕΑ» μία από τις παλιές δόξες του ποδοσφαίρου, ο Αχιλλέας Ασλανίδης, που γεννήθηκε στην Καλαμαριά, ζει στην Αθήνα και κατάγεται από τον Πόντο.

Την ποντιακή τη μιλούσε η καλομάνα του, η γιαγιά του από τη μάνα του, όπως εξηγεί, και «ντεμετέτς ακαλάτζεβεν» όλα τα παιδιά στη γειτονιά του την ήξεραν και την κράτησαν ζωντανή στη μνήμη του. «Αν και κάθε χωριό του Πόντου τα μιλούσε διαφορετικά, μπορούσαμε να καταλάβουμε τι έλεγε ο καθένας και οι παλιότεροι ανάλογα με τα λόγια καταλάβαιναν την καταγωγή των ανθρώπων», τονίζει ο ίδιος, ενώ η σύζυγός του, «η γαρή μ΄» όπως την αποκαλεί, κ. Μαρία Κυβρακίδου συμπληρώνει ότι οι νέοι πια δεν τα μιλούν και λίγο τα καταλαβαίνουν. «Γεννήθηκα στη Σαμψούντα και δεν κρύβω το γεγονός πως ακόμη συγκινούμαι όταν ακούω κάποιον να μιλά τούρκικα. Ήταν η γλώσσα των παιδικών μου χρόνων μαζί με τα ποντιακά και όχι μόνο την καταλαβαίνω, αλλά την έχω συνδέσει με εικόνες, γεύσεις και μυρωδιές», λέει.

Τα ποντιακά, μαζί με τα τσακώνικα, τα καππαδοκικά και τα ελληνικά της Κάτω Ιταλίας ανήκουν στις τέσσερις διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας, ενώ τα κυπριακά και τα κρητικά βρίσκονται ανάμεσα στις διαλέκτους και τα γλωσσικά ιδιώματα, τα οποία είναι δεκάδες ακόμη στη χώρα μας. Όπως αρκετές είναι και οι μειονοτικές γλώσσες: τα τούρκικα, τα αρβανίτικα, τα σλαβομακεδονικά, τα βλάχικα και τα πομάκικα.

«Η γλώσσα κρύβει κι ανάβει πάθη. Η δική μας, η νεοελληνική, πέρασε πολλά κι ακόμα και τώρα οι ειδικοί δεν συμφωνούν για τα κριτήρια που θα μπορούσαν να την... τακτοποιήσουν σε διαλέκτους, γι΄ αυτό και ο όρος ντοπιολαλιά υιοθετήθηκε κι αφήνει ευχαριστημένους τους περισσότερους με την ασάφεια που τον χαρακτηρίζει», λέει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Κοινωνιογλωσ- σολογίας του Πανεπι- στημίου Αιγαίου κ. Κώστας Κανάκης.

«Ονομάζουμε συνήθως γλώσσα μια ποικιλία, η οποία περιγράφεται ως πρότυπη σε γραμματικές και λεξικά, επιτελεί δημόσιες λειτουργίες και διδάσκεται στην Εκπαίδευση, ενώ ο όρος διάλεκτος (γεωγραφική ή κοινωνική) χρησιμοποιείται για ποικιλίες που δεν έχουν παγιωμένη γραπτή μορφή ή παράδοση, δεν επιτελούν δημόσιες και επίσημες λειτουργίες και δεν διδάσκονται στην Εκπαίδευση. Πρόκειται για λειτουργική διαφοροποίηση», αποσαφηνίζει η καθηγήτρια Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μάρω Κακριδή- Φερράρι.

Τσάκωνες και Αρβανίτες
«Α σάτι εμπάιτ σε το φτερενίσι» είναι μία έκφραση στα τσακώνικα που υποδηλώνει την κόρη για παντρειά και σημαίνει ότι η κόρη ανέβηκε στην αγριοφιστικιά. Τη χρησιμοποιούν ακόμη στα χωριά της Κυνουρίας όπου μιλούν τσακώνικα, ενώ στα αρβανιτοχώρια της Αττικής και της Βοιωτίας συνήθιζαν να σηκώνουν όρθιο ένα κεραμίδι από την άκρη της στέγης του σπιτιού για να δηλώσει η οικογένεια πως υπάρχει κόρη της παντρειάς.

Με «Μιρ έρδε» μάς είπαν στο Κριεκούκι το «καλώς ορίσατε, γυναίκες και άνδρες» που μιλούν καλά ακόμη τα αρβανίτικα. «Κριεκούκι είναι δύο λέξεις. Κρίε σημαίνει κεφάλι και κούκι το κόκκινο, δηλαδή ερυθρές κεφαλές, όπως ήταν και η παλαιότερη ονομασία του χωριού μας, που τώρα λέγεται Ερυθρές», εξηγεί ο κ. Χρήστος Οικονόμου. «Το ξέρετε πως δεν υπάρχει η λέξη ευχαριστώ στα αρβανίτικα αν και υπάρχει και στα αλβανικά και τα ελληνικά;», ρωτάει η κ. Ζωή Γκιόκα που έχει αρτοποιείο στο Κριεκούκι. «Συνήθως λέμε ευχαριστώ τσουμ, δηλαδή πολύ, ενώ δεν είναι λίγοι που ρωτούν "κε μπουκ;", δηλαδή έχεις ψωμί, "καμ" απαντώ, δηλαδή ότι έχω και "σκαμ" ότι δεν έχω».

«"Σκα τσάι σκα σκολιό"» λέγαμε παιδιά και το λένε ακόμα», συμπληρώνει ο κ. Κωνσταντίνος Γεωργίου, φράση που σημαίνει πως αν δεν έχει τσάι δεν πάω σχολείο.

Τα μεσολογγίτικα
Για τη βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών συγγραφέα κ. Ακακία Κορδόση, οι διάλεκτοι και τα γλωσσικά ιδιώματα αποτελούν «το αλάτι της γλώσσας» που από τον καθωσπρεπισμό, την ξενομανία και την τηλοψία κινδυνεύει να εξαφανιστεί καθιστώντας... άνοστη την τρέχουσα νεοελληνική. Για να μη χαθεί άλλωστε η νοστιμιά της, η ίδια έχει γράψει μεταξύ άλλων το βιβλίο «Μιλήστε μεσολογγίτικα» με 1.800 ιδιωματικές λέξεις και εκφράσεις. «Με κολπάρ΄σες κιο μούχες πει πως δεν θάβγαινες. (Με τρόμαξες αν και μου ΄χες πει πως δεν θα ΄βγαινες). Πώς βγήκες τώρα με κιάσο; (θόρυβο)», λένε στα μεσολογγίτικα, δανειζόμενοι πολλές λέξεις από τα ιταλικά και τα τούρκικα.

Η διάλεκτος δεν έχει συνήθως γραπτή μορφή, δεν είναι κωδικοποιημένη και το πεδίο χρήσης της είναι αυτό της καθημερινής ζωής μιας σχετικά μικρής ομάδας ομιλητών, οι οποίοι συχνά δεν έχουν ιδιαίτερη μόρφωση και δεν παρουσιάζουν γεωγραφική ή κοινωνική κινητικότητα. Επίσης, συμβαίνει συνήθως η καθιερωμένη γλώσσα να χρησιμοποιείται από ανθρώπους που γνωρίζουν διαφορετικές διαλέκτους παράλληλα με τη διάλεκτό τους, είτε σε επίσημες μορφές επικοινωνίας είτε ως γλώσσα συνεννόησης. Έτσι, αυτή η δεύτερη πτυχή της σχέσης γλώσσαςδιαλέκτου ενέχει κάποιες φορές τον κίνδυνο να θεωρηθεί η διάλεκτος ως αποκλίνουσα από τη νόρμα γλωσσική μορφή, με αποτέλεσμα να γίνεται αντικείμενο αξιολογικών κρίσεων (όπως ότι η διάλεκτος δεν είναι γλώσσα ή ότι διαλέκτους μιλούν οι χωριάτες, οι αμόρφωτοι, οι άξεστοι).

Κρήτη και Κύπρος
Υπάρχουν όμως και υποδιαιρέσεις της γλώσσας με βάση την προφορά, δηλαδή την εκφορά του λόγου. «Κάτω από αυτόν τον διαχωρισμό θα έλεγα ότι η κρητική και η κυπριακή γλώσσα είναι οι πιο ισχυρές σήμερα στην Ελλάδα, στους ηλικιωμένους όμως περισσότερο», τονίζει ο κ. Κοντοσόπουλος. «Στη δεκαετία του 1960 η μετανάστευση εντός και εκτός ελληνικών συνόρων και κυρίως η αστυφιλία έσπασε την προφορική παράδοση που μετέφερε τα ιδιώματα και τις διαλέκτους από γενιά σε γενιά με αποτέλεσμα να χαθούν αρκετά στοιχεία τους», προσθέτει.

«Πολλές φορές, ορισμένα γεωγραφικά διαλεκτικά χαρακτηριστικά προσλαμβάνουν κοινωνικό νόημα, χαρακτηρίζοντας αρνητικά τους ομιλητές τους στα μάτια της κοινότητας. Αυτό συμβαίνει όταν π.χ. οι ομιλητές μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής διαλέκτου εντάσσονται στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα άλλης περιοχής και ο τρόπος ομιλίας τους γίνεται αντιληπτός ως σύμβολο της χαμηλής κοινωνικής τους θέσης», επισημαίνει η κ. Κακριδή.

«Μόνον η τουρκική γλώσσα έχει προνομιακή μεταχείριση σε σύγκριση με τις υπόλοιπες μειονοτικές γλώσσες που μιλιούνται στη χώρα μας», επισημαίνει ο ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης Νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων της Ακαδημίας Αθηνών κ. Σταμάτης Μπέης. «Μόνο γι΄ αυτήν υπάρχουν σχολεία και διδάσκεται, καθώς αποτελεί τη μόνη επίσημα αναγνωρισμένη μειονοτική γλώσσα και μιλιέται από την πλειονότητα του μουσουλμανικού πληθυσμού της Δυτικής Θράκης και ορισμένους κατοίκους στη Ρόδο και την Κω».

Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις, ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Θράκης αποτελείται από 60.000 τουρκόφωνους, 40.000 πομάκους και 22.000 τσιγγάνους. Τα πομακικά, αν και είναι γλώσσα που μοιάζει περισσότερο με τη βουλγαρική, συνηθίζεται να συγχέονται λανθασμένα με τα τούρκικα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: