Ο κίνδυνος για τις ενάλιες αρχαιότητες παραμονεύει παντού. Εξοπλισμένοι με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας αρχαιοκάπηλοι, απλοί αυτοδύτες και συρόμενα αλιευτικά εργαλεία καταστρέφουν αρχαιολογικούς χώρους, ενώ η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων αγωνίζεται να τους διασώσει...
Αριστερά: Κεφαλή χάλκινου αγάλματος Μακεδόνα που φέρει «καυσία». Μουσείο Πύλου Δεξιά: H έρευνα αρχίζει με τη βοήθεια του βαθυσκάφους
ΜΑΡΙΑ ΘΕΡΜΟΥ | Κυριακή 4 Απριλίου 2004
Με 17.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής, που ισοδυναμούν με το 25% των ακτών της Μεσογείου, με συμπλέγματα 3.500 νήσων και με 1.000 εντοπισμένα ναυάγια στις θάλασσές της αριθμός που υπολείπεται κατά πολύ του πραγματικού, αφού η χώρα μας συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη πυκνότητα σε ενάλιες αρχαιότητες , ποιος μπορεί να πει ότι δεν φοβάται την αρχαιοκαπηλία της υποβρύχιας πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ελλάδα; Αρχαία ναυάγια αλλά και ναυάγια των νεότερων χρόνων, πολύτιμα κατάλοιπα που εντοπίζονται κάποια στιγμή στον βυθό της θάλασσας σκεπασμένα από τη λήθη αιώνων ή και χιλιετιών, καταποντισμένοι οικισμοί της αρχαιότητας και αρχαίες λιμενικές εγκαταστάσεις, ένας ολόκληρος κόσμος που χάθηκε μέσα στο νερό παίρνοντας μαζί του τη μεγάλη ιστορία αλλά και τις μικρές ιστορίες των ανθρώπων που πλήρωσαν ακριβά το τίμημα της επιθυμίας για γνωριμία με άλλους τόπους και ανθρώπους, για την ανταλλαγή αγαθών και ιδεών, είναι αυτός που κρύβεται αλλά και φυλάσσεται στοργικά στις ελληνικές θάλασσες. Κόσμος όμως που κινδυνεύει από την καταστροφή και τη συστηματική λεηλασία λόγω ακριβώς της ιδιομορφίας του φυσικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρίσκεται αλλά και λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας, με τη χρήση της οποίας ακόμη και τα μεγαλύτερα βάθη των θαλασσών γίνονται προσιτά και ο πλούτος τους εύκολη λεία.
Από τον απλό «φιλάρχαιο» επισκέπτη, ο οποίος θα αφαιρέσει έναν αμφορέα από κάποιο ναυάγιο, ως την οργανωμένη καταδυτική επιχείρηση αρχαιοκαπήλων με ειδικά σκάφη, όργανα υψηλής τεχνολογίας αλλά και με τους αγοραστές να αναμένουν το εμπόρευμα, ο κίνδυνος μπορεί να παραμονεύει παντού. Είναι αυτός ο λόγος άλλωστε που η πολιτεία ψήφισε έναν αρχαιολογικό νόμο με αυστηρές διατάξεις και ως προς τις ενάλιες αρχαιότητες και καθιέρωσε πέραν των άλλων τον έλεγχο της υποβρύχιας δραστηριότητας με καταδυτικές συσκευές για αναψυχή όταν γίνεται σε θαλάσσιες περιοχές όπου εντοπίζονται αρχαία ναυάγια σε μεγάλη πυκνότητα. Ενα μέτρο το οποίο έχει συντελέσει πολύ στη διάσωση της ενάλιας πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες της Μεσογείου - σύμφωνα με τα στοιχεία της UNESCO, το σύνολο των γνωστών ναυαγίων στις τουρκικές ακτές έχει λεηλατηθεί ήδη από το 1974 -, παρ' ότι έχει δεχθεί έντονη αρνητική κριτική από καταδυτικούς κύκλους.
«Κλειστό σύνολο»
«H αφαίρεση αντικειμένων από τα αρχαία ναυάγια έχει ως αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή τις περισσότερες φορές ενός αρχαιολογικού χώρου, που αποτελεί ένα "κλειστό σύνολο"» λέει ωστόσο η προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων κυρία Κατερίνα Δελλαπόρτα. «Παρ' ότι μάλιστα σημαντικότατα αρχαιολογικά ευρήματα από τη θάλασσα οφείλονται στην ευσυνειδησία και στην αγαθή πρόθεση των ψαράδων και των σφουγγαράδων, εν τούτοις κάποιες μέθοδοι αλιείας με μηχανικά μέσα αποδεικνύονται επιζήμιες» προσθέτει. H χρήση μηχανημάτων τα οποία σαρώνουν τον βυθό, όπως η τσουγκράνα και ο αργαλειός των οστρακοαλιευτικών ή οι λεγόμενες «πόρτες» της τράτας, καταστρέφει κάθε αρχαίο κατάλοιπο που μπορεί να βρεθεί στην πορεία τους, με αποτέλεσμα ο ακριβής προσδιορισμός της θέσης τους να είναι κατόπιν αυτού αδύνατος.
Ανεπανόρθωτες καταστροφές
«Οι καταστροφές που μπορεί να προκαλέσει ο ανθρώπινος παράγων στα ενάλια αρχαία είναι τις περισσότερες φορές μη αναστρέψιμες» επισημαίνει η κυρία Δελλαπόρτα, η οποία διαπιστώνει ότι «κανένα ναυάγιο δεν είναι πλέον ασφαλές και τούτο γιατί η εξέλιξη της τεχνολογίας των καταδύσεων χρησιμοποιήθηκε από ορισμένους πολύ αποτελεσματικά για τη λεηλασία του υποθαλάσσιου αρχαιολογικού πλούτου».
Και για του λόγου το αληθές, τόσο από τα στοιχεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων όσο και από εκείνα της Διεύθυνσης Αρχαιοκαπηλίας της Ελληνικής Αστυνομίας προκύπτει ότι ο νόμος παραβιάζεται συστηματικά. Πολλοί αυτοδύτες, δήθεν για αναψυχή, καταδύονται σε περιοχές απαγορευμένες, παρ' ότι μπορεί να γειτονεύουν με άλλες όπου η κατάδυση είναι ελεύθερη. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μάλιστα κατά την οποία ερευνητική αποστολή της Εφορείας έτυχε να παρευρεθεί σε αρχαιοκαπηλία εν εξελίξει στη θαλάσσια περιοχή της Νισύρου, όπου λεηλατείτο ένα ναυάγιο των αρχών του 19ου αιώνα. Εξωφρενική ήταν η συστηματική αρχαιοκαπηλία που διενεργούσε γάλλος θαλάσσιος βιολόγος σε βυζαντινό ναυάγιο στο Καστελλόριζο και διοχέτευε στην Ελβετία τα εφυαλωμένα πινάκια του φορτίου του πλοίου, πολλά από τα οποία εκτίθενται σήμερα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Ορισμένα ενάλια ευρήματα εξάλλου έχουν βρεθεί στον βυθό δεμένα με σκοινί, εικόνα που υποδεικνύει τη μεταφορά τους κάτω από τα ύφαλα κάποιου πλοίου, όπως συνέβη με την ομάδα ρωμαϊκών αγαλμάτων στη νησίδα Ξι της Κεφαλλονιάς. H εφευρετικότητα των αρχαιοκαπήλων είναι φυσικά ανεξάντλητη, ενώ η μόνη απάντηση της πολιτείας μπορεί να είναι η εφαρμογή των νόμων.
Προστασία ή «απελευθέρωση»;
«Οι ενάλιοι αρχαιολογικοί χώροι και δη τα ναυάγια έχουν εγγενή προβλήματα και δυσκολίες φύλαξης και αστυνόμευσης από τις λιμενικές αρχές» λέει η κυρία Δελλαπόρτα, επισημαίνοντας παράλληλα ότι και οι παράκτιοι αρχαιολογικοί χώροι κινδυνεύουν από κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα ο οποίος με το πρόσχημα της ανάπτυξης και αξιοποίησης προβαίνει σε τεχνικά έργα που καταστρέφουν τις αρχαιότητες. Μήπως όμως και οι νόμοι βάζουν με τον δικό τους τρόπο μια τροχοπέδη στην ανάπτυξη; Μια κίνηση η οποία εκφράστηκε και από τον βουλευτή της ΝΔ κ. Πάνο Καμμένο θέλει την ισχύουσα νομοθεσία ως ανασταλτικό παράγοντα στην αύξηση του καταδυτικού τουρισμού στη χώρα μας και στην προσέλκυση μεγάλου αριθμού επισκεπτών ειδικά για τέτοιου είδους δραστηριότητες. H προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων όμως ως πλέον αρμόδια να γνωρίζει τις επιπτώσεις της «απελευθέρωσης» των ελληνικών θαλασσών από τον έλεγχο του κράτους το αρνείται.
H εξασφάλιση υποδομής
«Κατ' αρχάς επ' ουδενί δεν θεωρούμε κάθε άνθρωπο που καταδύεται αρχαιοκάπηλο» λέει. «Ας σημειωθεί όμως ότι αυτή τη στιγμή είναι ελεύθερα για καταδύσεις 700 χιλιόμετρα ακτών. Κάθε χρόνο μάλιστα απελευθερώνονται και νέες περιοχές. Ο καθένας λοιπόν μπορεί να βρει τον χώρο όπου θα καταδυθεί χωρίς να βρεθεί κοντά σε αρχαία και χωρίς να παραβεί τον νόμο. Πέραν αυτών η σωστή ανάπτυξη του καταδυτικού τουρισμού δεν προϋποθέτει μόνο "ελεύθερες" θάλασσες αλλά και την παροχή γενικότερων υπηρεσιών - κέντρα υγείας, ενισχυμένο λιμεναρχείο με ειδικό σκάφος για περιπολίες κτλ. - οι οποίες δεν υπάρχουν σε πολλά νησιά. Εκείνο λοιπόν που απαιτείται είναι η συνεργασία όλων ώστε να αποφευχθεί η αποψίλωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τα προληπτικά μέτρα προστασίας, τα οποία προβλέπει ο νόμος και επιτρέπουν παράλληλα την κατάδυση αναψυχής».
Οι οργανωμένες επιχειρήσεις, όπως η εξερεύνηση του «Τιτανικού» ή η αναζήτηση πολύτιμων φορτίων πλοίων σε διεθνή ύδατα, μπορεί να εξάπτουν τη φαντασία κάθε αυτοδύτη, το βέβαιον όμως είναι ότι δεν έχουν θέση στην Ελλάδα, που η κληρονομιά της είναι ο πολιτισμός της, όπου και αν βρίσκεται, στην ξηρά ή στη θάλασσα το ίδιο, και γι' αυτό επιβάλλεται να προστατεύεται.
Το πρόγραμμα δράσης
Οποιος αναζητεί βρίσκει. Αλλά ένα χταπόδι στον βυθό τι μπορεί να σημαίνει περισσότερο από την υπόσχεση ενός καλού εδέσματος; Οκτώβριος του 2003 και το βαθυσκάφος «Θέτις» του ωκεανογραφικού σκάφους «Αιγαίον» παραπλέοντας τις ακτές του Αθω επιμένει εν μέσω μεγάλης θαλασσοταραχής στην ολοκλήρωση της έρευνάς του για τον εντοπισμό του περσικού στόλου του Δαρείου που ναυάγησε το 492 π.X. κατά την πρώτη εκστρατεία εναντίον της Ελλάδος. Σε απόσταση μόλις 40 ή 50 μέτρων από την ακτή τα όργανα του σκάφους δείχνουν - τι πιο φυσικό; - ένα χταπόδι. Μόνο οι αρχαιολόγοι όμως που ειδικεύονται στην υποβρύχια αρχαιολογία γνωρίζουν ότι η παρουσία του σε μια περιοχή μπορεί να σημαίνει την ύπαρξη αρχαιοτήτων στον βυθό αφού το συγκεκριμένο μαλάκιο αρέσκεται να φτιάχνει το σπίτι του σε ναυάγια και αρχαία αντικείμενα. Και για του λόγου το αληθές, ένας αμφορέας και η λόγχη ενός δόρατος θα δώσουν την πρώτη ένδειξη ότι κατάλοιπα του στόλου που βυθίστηκε στη θάλασσα συνεπεία μιας άλλης θαλασσοταραχής μπορεί να βρίσκονται στην περιοχή. Εφέτος το καλοκαίρι η γοητευτική περιπέτεια της αναζήτησης των υπολειμμάτων του περσικού στόλου θα συνεχισθεί. Πρόκειται για ένα μόνο από τα προγράμματα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων που βρίσκονται σε εξέλιξη. Το συγκεκριμένο, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, με το Καναδικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και με το Ινστιτούτο Ναυτικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Τέξας.
Με τη χρήση της πλέον υψηλής τεχνολογίας και σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών και με την υποστήριξη του ωκεανογραφικού σκάφους «Αιγαίον» υλοποιείται άλλωστε από το 2000 ένα ευρύτερο πρόγραμμα ερευνών βαθέων υδάτων το οποίο επιτρέπει τη συλλογή περισσότερων αρχαιολογικών στοιχείων σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας πραγματοποιήθηκε το πρώτο πρόγραμμα σάρωσης των ελληνικών θαλασσών με χώρο δράσης τη Δωδεκάνησο, μέσω του οποίου εντοπίστηκαν δέκα νέες θέσεις ναυαγίων.
Ενα δεύτερο πρόγραμμα σε συνεργασία πάντα με το ΕΚΕΘΕ και με τη χρήση του βαθυσκάφους «Θέτις» αλλά επίσης με τη συνεργασία του Νορβηγικού Ινστιτούτου Αθηνών και του Πανεπιστημίου του Τρότχαϊμ της Νορβηγίας βρίσκεται σε εξέλιξη και αφορά τη χαρτογράφηση του Ιονίου Πελάγους. Ενα τρίτο πρόγραμμα εξάλλου αναπτύσσεται σε συνεργασία με το αμερικανικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT) σε δοκιμές εφαρμογής αυτόνομου υποβρύχιου οχήματος για τον εντοπισμό ναυαγίων.
Πέραν αυτών τα τελευταία τρία χρόνια έχει αρχίσει η συστηματική χαρτογράφηση των ελληνικών βυθών και των ακτών με μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας για τη συμπλήρωση της τράπεζας δεδομένων που λειτουργεί στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων.
«Ως πριν από μερικά χρόνια βασικοί πληροφοριοδότες μας ήταν οι ψαράδες. Για να ελέγξουμε όμως την πληροφορία έπρεπε να οργανώσουμε αποστολή με σκάφος, αρχαιολόγους, δύτες και εξοπλισμό. Τώρα, χάρη στην τεχνολογία, η πρακτική αυτή έχει διαφοροποιηθεί. Αξιοποιούμε μεν πάντα την πληροφορία, από την άλλη όμως χρησιμοποιούμε και τα σύγχρονα μηχανήματα εντοπισμού για να ελέγξουμε την ακρίβειά της αλλά και για να συλλέξουμε νέες» λέει η προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων κυρία Κατερίνα Δελλαπόρτα.
Το νομοθετικό πλαίσιο
Ο νέος αρχαιολογικός νόμος 3028/02, ο οποίος αντικατέστησε από τον Ιούνιο του 2002 τον προϋπάρχοντα KN 5351/32, περιλαμβάνει για πρώτη φορά ειδικές διατάξεις για την προστασία της υποβρύχιας αρχαιολογικής κληρονομιάς. Ο νομοθέτης αντιμετωπίζει με το ίδιο σκεπτικό χερσαίες και ενάλιες αρχαιότητες, διακρίνοντας ωστόσο σε ξεχωριστό κεφάλαιο τις δεύτερες, δεδομένου ότι αναγνωρίζει την ιδιοτυπία τους, η οποία οφείλεται στο φυσικό τους περιβάλλον. Ετσι:
- Ως «ενάλιοι αρχαιολογικοί χώροι» νοούνται όλες οι αρχαιότητες που εντοπίζονται «στον βυθό της θαλάσσης ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών» της ελληνικής επικράτειας. Αυτές μπορεί να είναι αρχαίες λιμενικές εγκαταστάσεις, καταποντισμένοι οικισμοί, οι οποίοι πολλές φορές επεκτείνονται στον αιγιαλό και στην παραλία, ναυάγια πλοίων ή μεμονωμένες ενάλιες αρχαιότητες (άρθρα 1 και 2).
- Το άρθρο 15 είναι αφιερωμένο αποκλειστικά στη διαχείριση των ενάλιων αρχαιολογικών χώρων. Οι διατάξεις ρυθμίζουν ειδικότερα ότι ορισμένες δραστηριότητες όπως η αλιεία ή η κατάδυση αναψυχής απαγορεύεται να εκτελούνται σε αρχαιολογικούς χώρους χωρίς άδεια αλλά υπό όρους και ύστερα από τη σύμφωνη γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και απόφαση του υπουργού Πολιτισμού.
- Καθιερώνεται σύστημα προστασίας με ζώνες γύρω από τους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους και δεν επιτρέπεται η εκτέλεση λιμενικών έργων χωρίς την άδεια του υπουργού Πολιτισμού, η οποία πρέπει να προηγείται άλλων συναρμόδιων αρχών. Επίσης για λόγους προστασίας των εναλίων αρχαιοτήτων προβλέπεται προληπτικός αρχαιολογικός έλεγχος στις θαλάσσιες περιοχές πριν από οποιαδήποτε υποβρύχια δραστηριότητα όπως η κατάδυση ή η επισκόπηση του βυθού με βαθυσκάφη ή άλλα εποπτικά μέσα.
- Για πρώτη φορά επίσης προβλέπεται η προστασία πολιτιστικών αγαθών που εντοπίζονται εκτός της αιγιαλίτιδος ζώνης και των χωρικών υδάτων, σε θαλάσσιες ζώνες στις οποίες η Ελλάδα μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία της σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.
- Αμοιβές συχνά υψηλές προβλέπονται σε όσους υποδεικνύουν αρχαία ναυάγια και παραδίδουν αρχαιότητες από τη θάλασσα προκειμένου να ενθαρρύνονται οι πολίτες.
- Αυστηρές κυρώσεις προβλέπονται για τους παραβάτες.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=158075&ct=34&dt=04/04/2004#ixzz0uraNli79
Από την εφ. ΤΑ ΝΕΑ για τον Φερλινγκέτι
Πριν από 4 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου