Στη Ρόδο, το νησί του Αιγαίου με τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια, ο ζωοδότης ήλιος λατρεύτηκε ως θεός, ως Άλιος
Του Χρ. Γ. Ντουμα*
www.kathimerini.gr«Ηέλιος δ’ ανόρουσε λιπών
περικαλλέα λίμνην,
ουρανόν ες πολύχαλκον,
ιν’ αθανάτοισι φαείνοι
και θνητοίσι βροτοίσιν
επί ζείδωρον άρουραν»
(Οδυσ. γ, 1-3)
Σε όλα τα λεξικά της ελληνικής γλώσσας το ουσιαστικό άλιος αναγνωρίζεται ως ο δωρικός τύπος του ήλιος, άποψη που είχε διατυπωθεί ήδη από την αρχαιότητα. Στον Κρατύλο του Πλάτωνος, για παράδειγμα, ο Σωκράτης φέρεται να λέει ότι τον ήλιο «άλιον καλούσιν οι Δωριείς», ενώ η φράση με την οποία Πίνδαρος κάνει επίκληση στη μητέρα του ηλίου είναι «Αλίου μάτερ». Νεώτεροι γλωσσολόγοι αποδεχόμενοι την αρχαία αυτή εξήγηση εφάρμοσαν, και σ’ αυτήν την περίπτωση, την τακτική που ακολουθούν κάθε φορά που η ετυμολογία μιας λέξης τους είναι άγνωστη ή αβέβαιη.
Θεωρώντας εκ των προτέρων τη λέξη ήλιος ως «ινδοευρωπαϊκής» προελεύσεως πρότειναν την υποθετική ρίζα «sawel», στην οποία προσθέτοντας καταλήξεις, όπως -iyo, -iya, κατασκεύασαν τη λέξη *sawelios που, καθώς μαρτυρεί ο αστερίσκος που την συνοδεύει, ουδέποτε απαντά σε ελληνικά κείμενα. Ωστόσο, από αυτή την ανύπαρκτη λέξη επινόησαν τις λέξεις σαFέλιος και αFέλιος, για να οικονομήσουν τις υπαρκτές λέξεις αέλιος, ή έλιος και ήλιος των αρχαίων κειμένων.
Σύμβολα επικοινωνίας
Χιλιάδες χρόνια πριν από την επινόηση της γραφής και τη δημιουργία λεξικών ο άνθρωπος δεν έπαψε να δημιουργεί σύμβολα επικοινωνίας/λέξεις επιδιώκοντας να μεταδώσει συγκεκριμένα μηνύματα. Οι λέξεις αυτές, απλά επιφωνήματα στην αρχή, με τη χρήση και τις αυξανόμενες ανάγκες επικοινωνίας εξελίχτηκαν δημιουργώντας παράγωγα είτε με τη μορφή ουσιαστικών και επιθέτων είτε με τη μορφή ρημάτων και επιρρημάτων. Για παράδειγμα, στην ελληνική γλώσσα με την κατάληξη -ιος δημιουργήθηκαν επίθετα που σημαίνουν προέλευση, καταγωγή ή σχέση με αυτό που σημαίνει η εκάστοτε ρίζα.
Ετσι, από το αλς (αλός) προέκυψε το επίθετο άλιος που σημαίνει αυτόν που σχετίζεται με –ή προέρχεται από– τη θάλασσα. Στα Ομηρικά Επη ο Νηρεύς και ο Πρωτεύς συχνά συνοδεύονται με τον χαρακτηρισμό «άλιος γέρων», οι δε Νηρηίδες αναφέρονται ως «άλιαι κόραι». Αλία δε ήταν το όνομα της νύμφης που σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ερωτεύθηκε ο θεός της θάλασσας, ο Ποσειδών, αποκτώντας μαζί της έξι γιους και μια θυγατέρα. Στη μακραίωνη χρήση του το επίθετο άλιος απόκτησε και άλλες σημασίες, όπως δείχνει η φράση «άλιον βέλος». Πρόκειται για το βέλος που αστοχώντας ξέφυγε από την τροχιά του κι έπεσε στη θάλασσα. Ετσι κατέληξε στη μεταφορική σημασία του άκαρπος, μάταιος, με παράγωγο το ρήμα άλιό-ω, ματαιοπονώ, απογοητεύω.
Στις μυθολογίες όλου του κόσμου ο ήλιος αναγνωρίζεται ως ζωοδότης και γι’ αυτό λατρεύτηκε ως θεός. Οι αντιλήψεις των προϊστορικών κατοίκων του Αιγαίου μάς είναι άγνωστες και ίσως κάποιος απόηχός τους να έχει διατηρηθεί στους αρχαίους ελληνικούς μύθους. Η απεικόνιση του ήλιου στα πρωτοκυκλαδικά τηγανόσχημα σκεύη της 3ης χιλιετίας π.Χ. ίσως αποτελεί κάποια ένδειξη για τη σημασία που του απέδιδαν οι Κυκλαδίτες της εποχής.
Οι νησιώτες του Αιγαίου και όσοι κατοικούν τις ανατολικές ακτές της Ελληνικής χερσονήσου βλέπουν κάθε πρωί τον ήλιο να αναδύεται από τη θάλασσα, ακριβώς όπως τον περιγράφουν οι πρώτοι στίχοι της τρίτης ραψωδίας στην Οδύσσεια. Εχοντας, λοιπόν, αυτή την εμπειρία οι κάτοικοι του Αιγαίου, όταν έπλασαν τον δικό τους μύθο για την δημιουργία του κόσμου, θεώρησαν το ουράνιο αυτό σώμα ως καρπό της ένωσης μεταξύ δύο Τιτάνων, του Υπερίωνος και της Θείας, η οποία στον Ομηρικό ύμνο προς τον Ηλιο αναφέρεται και ως Ευρυφάεσσα.
Αν και η λέξη Ευρυφάεσσα απαντά μόνον ως όνομα της μητέρας του Ηλίου, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι πρόκειται για το ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου ευρυφάεις (-εσσα, -εν). Επίθετα με τέτοιες καταλήξεις δεν είναι σπάνια στον Ομηρο και γενικά σημαίνουν πλησμονή, αφθονία, αυτού που προσδιορίζει η αντίστοιχη ρίζα. Για παράδειγμα, αιματόεις, σημαίνει πλήρης αίματος, δινύεις γεμάτος από δίνες, στροβίλους, βαθυδινήεις γεμάτος από βαθειές δίνες, ημαθόεις αμμώδης, ηχήεις πλήρης ήχων, ιχθύεις πλήρης ιχθύων, νιφόεις πλήρης νιφάδων χιονιού κ.τλ. Ακόμη και στη νεοελληνική γλώσσα χρησιμοποιούνται τέτοια επίθετα με τη σημασία της πλησμονής, με χτυπητό παράδειγμα την αστερόεσσα σημαία των ΗΠΑ.
Μετατροπή επιθέτου
Ευρυφάεις λοιπόν σημαίνει πλήρης φωτός και σωστά οι μελετητές της μυθολογίας και οι φιλόλογοι μεταφράζουν το όνομα Ευρυφάεσσα ως αυτήν που ευρέως φωτίζεται. Το φαινόμενο δε της μετατροπής επιθέτου σε ουσιαστικό δεν είναι σπάνιο, όταν το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό από τη συχνή χρήση καθίσταται αυτονόητο και αποβάλλεται. Η πλατεία (ενν. οδός), ο ορίζων (ενν. κύκλος), το περιβάλλον (ενν. έδαφος), το τρίγωνο ή τετράπλευρο (ενν. σχήμα) κ.ά. ανήκουν στην κατηγορία αυτή επιθέτων. Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, να αντιληφθεί κανείς ακόμη και σήμερα βλέποντας τον ήλιο να αναδύεται από τη θάλασσα, ότι πίσω από το ουσιαστικοποιημένο επίθετο ευρυφάεσσα κρύβεται το γένους θηλυκού ουσιαστικό αλς.
Πράγματι, την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος η θάλασσα δίνει την εντύπωση ότι φλέγεται από τη μιαν άκρη ώς την άλλη. Συνεπώς, η μητέρα του Ηλίου, είναι η ευρυφάεσσα Αλς και αυτός, ως ουράνιο σώμα αναδυόμενο από τη θάλασσα είναι άλιος αστήρ. Οταν με τη χρήση το αστήρ αποβλήθηκε ως αυτονόητο, παρέμεινε σκέτο το άλιος. Συνεπώς το όνομα άλιος δεν μπορεί να είναι η δωρική εκδοχή του ήλιος, αλλά αντίθετα το ήλιος είναι η ιωνική εκδοχή του άλιος. Αλλωστε ο τύπος άλιος απαντά στις αρχαιότερες διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας –τη Δωρική και την Αιολική- που βρίσκονται πιο κοντά στη γλώσσα των πινακίδων της Γραμμικής Β γραφής των Μυκηναϊκών χρόνων.
Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι το νησί του Αιγαίου με τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια, η Ρόδος, είναι ο μόνος ελληνικός τόπος όπου ο ήλιος λατρεύτηκε ως θεός, ως Αλιος, προς τιμήν του οποίου ετελείτο και μεγάλη γιορτή, τα Αλίεια. Προφανώς η λατρεία αυτή αποτελεί επιβίωση πανάρχαιας λαϊκής λατρείας.
* Ο κ. Χρ. Γ. Ντούμας είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
1 σχόλιο:
Πού πήγε ο ήλιος; Μαύρισε ο ουρανός κι η καρδιά μας πάλι.
Και τα χρώματα της φωτιάς λίγα μπροστά στην έλλειψή του.
Δημοσίευση σχολίου