Το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο 6,5 χλμ βορειοανατολικά της Σαντορίνης
Του Χρ. Γ. Ντουμα*
Η σχετικά πρόσφατη (δεκαετία του 1960) θεμελιώδης σύλληψη της τεκτονικής των πλακών αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της γεωλογικής επιστήμης. Χάρη σ’ αυτήν οι μεταβολές που συντελούνται στον φλοιό της γης έγιναν πιο κατανοητές και μπόρεσαν να δώσουν πειστικές εξηγήσεις σε πολλά τεκτονικά φαινόμενα. Οι τεράστιες πλάκες, πάχους περίπου 100 χιλιομέτρων, που συναπαρτίζουν τη λιθόσφαιρα βρίσκονται σε διαρκή κίνηση, σαν παγόβουνα που κινούνται σε ωκεανούς. Από τις πλάκες αυτές, άλλες προσεγγίζουν η μία την άλλη συχνά αλληλοσυγκρουόμενες και άλλες απομακρύνονται η μία από την άλλη. Στην περιοχή που μας ενδιαφέρει, στη Μεσόγειο, η αφρικανική πλάκα κινούμενη προς τα βορειοανατολικά με ετήσια ταχύτητα περίπου 5 εκατοστών εισχωρεί κάτω από την ευρασιατική πλάκα επηρεάζοντας σημαντικά την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Τη γραμμή συνάντησης των δύο πλακών ορίζει το λεγόμενο ελληνικό ή νοτιοαιγαιακό ηφαιστειακό τόξο, το οποίο εκτεινόμενο από τη Μεγαρίδα ώς τη χερσόνησο της Αλικαρνασσού, περιλαμβάνει πέντε αξιόλογα ηφαιστειακά κέντρα: το Σουσάκι στη Μεγαρίδα, τα Μέθανα στην Ερμιονίδα, τη Μήλο, τη Σαντορίνη και τη Νίσυρο. Τα ηφαίστεια αυτά αποτελούν έναν από τους κρίκους της ηφαιστειακής αλυσίδας που εκτείνεται ανατολικά στην κεντρική Μικρά Ασία και δυτικά στη νότια Ιταλία και Σικελία.
Κατόπιν αυτού γίνεται κατανοητή η ιδιαίτερη ευαισθησία που εμφανίζει η περιοχή του Αιγαίου αλλά και η Μεσόγειος γενικότερα. Οι μεγάλοι καταστρεπτικοί σεισμοί του Μαρόκου, της Ιταλίας ή της Τουρκίας που έχουν αφήσει έντονο τον απόηχό τους το επιβεβαιώνουν, ενώ ο χάρτης, στον οποίο σημειώνονται μόνο οι άνω των 4,5 βαθμών της κλίμακας Richter σεισμοί που εκδηλώθηκαν στην περιοχή μόνο σε μια εικοσιπενταετία (1963-1987), εξηγεί γιατί μια σεισμική δόνηση δεν αποτελεί ιδιαίτερη είδηση, όταν μάλιστα δεν συνοδεύεται από καταστροφές ή ανθρώπινα θύματα.
Αρχαίοι μύθοι
Η συχνή σεισμική δραστηριότητα στο Αιγαίο χωρίς αμφιβολία επέδρασε στις συμπεριφορές των ανθρώπων τόσο σε πρακτικό όσο και σε ιδεολογικό επίπεδο. Σε πρακτικό επίπεδο, η προσπάθεια να ανακαλυφθούν μέσα και τρόποι για αποτελεσματικότερη αντισεισμική προστασία, για μια ζωή ασφαλέστερη, αποτέλεσε και αποτελεί πάγιο κίνητρο για συνεχή και επισταμένη μελέτη των σεισμικών φαινομένων. Στον βαθμό δε που η γνώση δεν βοηθούσε στην κατανόησή τους, τα φαινόμενα αυτά αποδίδονταν σε ανεξέλεγκτες υπερφυσικές δυνάμεις ανάλογα με το εκάστοτε ιδεολογικό υπόβαθρο. Βεβαίως δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ποιαν εξήγηση έδιναν στα φαινόμενα αυτά οι προϊστορικοί κάτοικοι του Αιγαίου. Ωστόσο, εξηγήσεις που δίνονται από αρχαίους ελληνικούς μύθους χωρίς αμφιβολία ανάγονται σε πολύ πιο παρωχημένες εποχές.
Ενας από αυτούς τους μύθους περιγράφει τον πόλεμο των θεών με τα παιδιά της Γης, τους Γίγαντες, και είναι γνωστός ως Γιγαντομαχία. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον μύθο αυτόν η Σικελία δεν είναι παρά το νεκρό σώμα του γίγαντα Εγκέλαδου, ο οποίος υπέκυψε στο θανατηφόρο βέλος της θεάς Αθηνάς. Αποσπώντας ένα κομμάτι ξηράς από την Κω ο Ποσειδών δημιούργησε το νησί της Νισύρου καταπλακώνοντας μ’ αυτό τον γίγαντα Πολυβότη. Ο γεωγράφος Στράβων έχει διασώσει πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες το όρος Σίπυλος στη Λυδία, κοντά στη Σμύρνη, είχε κατακερματιστεί από σεισμούς κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ταντάλου (Ι 3:17, ΧΙΙ 8:18). Ισως δε με τα γεγονότα αυτά σχετίζεται και ο μύθος, σύμφωνα με τον οποίο μια από τις ποινές που οι θεοί είχαν επιβάλει στον Τάνταλο ήταν το μαρτύριο του βράχου που κρεμόταν πάνω από το κεφάλι του.
Οι σεισμοί και οι εκρήξεις ηφαιστείων ποτέ δεν έπαψαν να δίνουν τροφή σε δεισιδαιμονίες και προλήψεις, διαμορφώνοντας την ιδεολογία των ανθρώπων που απέδιδαν τα φαινόμενα σε θεϊκή οργή. Ετσι, οι θαλασσοκράτορες Ρόδιοι, μετά την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας το 197 π.Χ. έσπευσαν να ιδρύσουν ιερό του Ποσειδώνος στο νησάκι που αναδύθηκε. Αλλά και πολλούς αιώνες αργότερα (726 μ.Χ.), άλλη έκρηξη του ίδιου ηφαιστείου έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης των δύο εξουσιών της εποχής, της Εκκλησίας και του αυτοκράτορα, με την καλλιέργεια της δεισιδαιμονίας των απλοϊκών ανθρώπων. Ερμήνευσαν την έκρηξη ως ένδειξη της οργής του Θεού η μεν Εκκλησία για να πολεμήσει τον αυτοκράτορα καταγγέλλοντάς τον ως θεομάχο, εκείνος δε, Λέων Γ΄ ο Ισαυρος, για να εξουδετερώσει την επιρροή του μοναχισμού προσεταιριζόμενος τους οπαδούς της αίρεσης των εικονοκλαστών ή εικονομάχων.
Η καλλιέργεια αυτής της δεισιδαιμονίας δυστυχώς δεν έχει εκλείψει ώς τις μέρες μας, αν κρίνει κανείς από τη συμπεριφορά τόσο της Εκκλησίας όσο και του επίσημου κράτους, που με υψηλά ιστάμενους εκπροσώπους των συμμετέχουν δημόσια σε τελετουργικές πράξεις προκειμένου να… εξορκιστεί ο σεισμός! Οι προσπάθειες όμως για λογική εξήγηση του φαινομένου είναι πολύ παλιές. Ο Στράβων, για παράδειγμα, περιγράφει την ανάδυση της σημερινής Παλαιάς Καμένης στη Θήρα σαν να την ανασήκωναν με μοχλό («ανεφύσησαν κατ’ ολίγον εξαιρομένην ως αν οργανικώς»). Ομολογεί δε ότι προβαίνει στις εξηγήσεις αυτές προκειμένου να πάψουν παρόμοια γεωλογικά φαινόμενα να προκαλούν δέος και θαυμασμό. Στοχεύει, όπως λέει, «προς την αθαυμαστίαν των τοιούτων μεταβολών», ώστε «τα τοιαύτα παραδείγματα προ οφθαλμών τεθέντα παύσει την έκπληξιν» (Ι, 3. 16). Είναι σαφής η προσπάθεια του γεωγράφου να ενισχύσει το κύρος της γεωγραφίας ως επιστήμης. Ωστόσο, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι πέρα από τις σκοπιμότητες της εκάστοτε εξουσίας, η λαϊκή αντίληψη που διαμορφώνεται γύρω από τα φυσικά φαινόμενα, όσο απλοϊκή κι αν φαίνεται, δεν παύει να αποτελεί μια προσπάθεια ερμηνείας και κατανόησης γεγονότων με τα οποία οι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να συμβιώνουν.
Πολύτιμα ορυκτά για έργα τέχνης
Τα ηφαίστεια όμως δεν ήσαν μόνο πρόξενοι κακών. Χάρη στη δράση τους είχαν διαμορφωθεί κοιτάσματα πετρωμάτων και μεταλλευμάτων που ευθύς ως ο άνθρωπος εγνώρισε τις ιδιότητές τους τα έθεσε στην υπηρεσία του. Και μέσα στο Αιγαίο δεν είναι λίγα τα νησιά που, χάρη στην ηφαιστειογενή προέλευσή τους, έδωσαν τη δυνατότητα στους κατοίκους τους όχι απλώς να επιβιώσουν αλλά συχνά και να μεγαλουργήσουν. Κατά μήκος των ανατολικών ακτών του Αιγαίου η Λήμνος, η Λέσβος, η Κως -παλιά εσβεσμένα ηφαίστεια και οι τρεις- διαδραμάτισαν σπουδαίους ρόλους στο διάβα του χρόνου. Νοτιότερα η Αίγινα, η Κέα, η Σίφνος, η Σέριφος χάρη στα κοιτάσματά τους βρέθηκαν στην πρωτοπορία του πολιτισμού.
Πιο αποφασιστική όμως και μεγαλύτερης διάρκειας ήταν η συμβολή δύο άλλων νησιών, της Μήλου και της Θήρας. Η Μήλος από την 9η τουλάχιστον χιλιετία π.Χ. και μέχρι το τέλος της Εποχής του Χαλκού προμήθευε ηφαιστειογενές γυαλί, οψιανό, για την κατασκευή εργαλείων. Καολίνης, από τη Μήλο επίσης χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή σπάνιων αγγείων πολυτελείας στη Νεολιθική Νέα Μάκρη της Αττικής ενώ αργότερα, στις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ., αποτέλεσε την παχύρρευστη μάζα που έδινε έμφαση στην εγχάρακτη διακόσμηση των πρωτοκυκλαδικών αγγείων. Οσο για τη Θήρα, πέρα από τα πετρώματα και ορυκτά που χρησιμοποιήθηκαν για καθημερινές ανάγκες (π.χ. εργαλεία, σκεύη, μέταλλα), οι τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι τα ψιμύθια που οι κυρίες των τοιχογραφιών του Ακρωτηρίου χρησιμοποιούσαν για τον καλλωπισμό τους είχαν ως βάση οξείδια του μολύβδου, τα οποία αφθονούν στις παρειές της Καλντέρας. Ακόμη, ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα που σχετιζόταν με θέματα υγιεινής, οι Θηραίοι φαίνεται ότι το αντιμετώπισαν εκμεταλλευόμενοι τον ορυκτό πλούτο του νησιού τους. Πρόκειται για την προστασία της πόλης του Ακρωτηρίου από τις επιπτώσεις που ενδεχομένως θα είχαν οι χώροι υγιεινής μέσα στα σπίτια.
* Ο κ. Χρ. Γ. Ντούμας είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
http://news.kathimerini.gr/
Από την εφ. ΤΑ ΝΕΑ για τον Φερλινγκέτι
Πριν από 4 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου